Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

Τά ἅγια Μυστήρια καί ἡ συνεργία τοῦ ἀνθρώπου, Ἀρχιμ. Σάββα Ἁγιορείτου

Μελέτες στήν Φιλοκαλία

Τά ἅγια Μυστήρια, χωρίς τήν ἀνθρώπινη συνεργία, δέν ἐπαρκοῦν ἀπό μόνα τους γιά τήν σωτηρία. Εἶναι ἀναγκαῖο νά συνδυαστοῦν μέ τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν, στήν ὁποία συμβάλλει πολύ ἡ κατά Χριστόν ἄσκηση-ἡσυχία. Αὐτή ταπεινώνει τόν ἄνθρωπο καί τόν κάνει δεκτικό τῆς θείας χάρης, τῆς προσφερομένης σ’ αὐτόν διά τῶν ἁγίων Μυστηρίων.
«Εἶναι φανερό», ἐπισημαίνει ὁ Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου κ.κ. Ἱερόθεος, «ὅτι ἡ Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν περιέχει τήν μέθοδο τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας, πού εἶναι ὁ ἱερός ἡσυχασμός, ἡ ὁποία μέθοδος συνδέεται στενά μέ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας-τό Βάπτισμα, τό Χρίσμα, τήν θεία Εὐχαριστία-καί δείχνει στόν ἄνθρωπο τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο φθάνει στή θέωση. Ἑπομένως Μυστήρια καί ἡσυχασμός συνδέονται στενότατα μεταξύ τους. Ὁπότε, ὅποιος ὑποτιμᾶ τήν Φιλοκαλία καί ὁμιλεῖ περιφρονητικῶς καί ὑβριστικῶς γι’ αὐτήν, στήν πραγματικότητα ὑπονομεύει ὅλην τήν ἀσκητική διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως κατοχυρώθηκε συνοδικῶς»[1].
Οἱ ἅγιοι Πατέρες, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπό τήν μελέτη τῶν φιλοκαλικῶν κειμένων, δέν εἰσάγουν μία ἀσκητική ἤ μία ἐκκλησιολογία -σωτηριολογία χωρίς Μυστήρια, ἀλλά μία ἐκκλησιαστική εὐχαριστιακή ζωή, πού συνδυάζει τήν ἄσκηση-ἡσυχία μέ τήν μέθεξη τῆς θείας χάρης διά τῶν Μυστηρίων. Τό πρῶτο, δηλαδή ἡ ἀσκητική-ἡσυχαστική ζωή, εἶναι προϋπόθεσι τοῦ δευτέρου, δηλαδή τῆς μετοχῆς στή θεοποιό θεία χάρη τῶν ἁγίων Μυστηρίων.
«Ἡ Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν», παρατηρεῖ ὁ Σεβασμιώτατος Ναυπάκτου κ.κ. Ἱερόθεος, «δέν παραθεώρησε τά Μυστήρια, ἀλλά κατέγραψε τίς πραγματικές προϋποθέσεις μεθέξεως τῆς Χάρης δι’ αὐτῶν»[2].
Μία μυστηριακή ζωή χωρίς ἄσκηση δέν ὠφελεῖ, ἀλλά μπορεῖ καί νά βλάψει.
Ἡ μετοχή στή Θεία Εὐχαριστία δέν γίνεται ἀπροϋπόθετα, ἀλλά «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης»[3]. Γιά τήν κατόρθωση αὐτῶν τῶν προϋποθέσεων ἀπαιτεῖται ἐγκράτεια, αὐτοκυριαρχία, αὐταπάρνηση, καταπολέμηση τῆς φιλαυτίας καί ὅλων τῶν παθῶν. Ὁ ἀγωνιζόμενος πιστός γιά νά διώξει τά πάθη-δαίμονες χρειάζεται «προσευχή καί νηστεία»[4], δηλαδή ἄσκηση, ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ Κύριος. 
Χωρίς ἄσκηση ὁ προσερχόμενος στή Θεία Μετάληψι, ὄντας γεμᾶτος μέ τά πάθη, γίνεται ἔνοχος τοῦ σώματος καί τοῦ αἵματος τοῦ Κυρίου.